Για τη Δ΄ Κ.Ο.Σ.Ε. και τους 68 συλλόγους που εκπροσωπεί, οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών γύρω από τα κυνηγετικά μας πράγματα, ένα μόνο πράγμα επιβεβαιώνουν:
Ότι η πανδημία αξιοποιήθηκε και αξιοποιείται από έναν κύκλο κυβερνητικών στελεχών, που έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν και τον Πρωθυπουργό, ώστε να εφαρμοστεί μία ιδεοληπτική και αντικυνηγετική ατζέντα.
Μετά την εισήγηση της ειδικής επιτροπής λοιμωξιολόγων, που γνωμάτευσε θετικά για την άρση του περιορισμού μετακίνησης των κυνηγών, κάθε κυβερνητικό επιχείρημα που συνδέει το κυνήγι με τον COVID έχει καταρρεύσει.
Εάν ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν παρέμβει ΤΩΡΑ για να «θεραπεύσει» την αντικυνηγετική υστερία κυβερνητικών στελεχών, η ρήξη με τον κόσμο των κυνηγών θα είναι οριστικά και αμετάβατα συντελεσμένη, όχι με δική μας ευθύνη φυσικά.
Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, η δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση της κοινωνίας των κυνηγών οφείλει να είναι στοχευμένη, οργανωμένη και συντονισμένη, αν θέλουμε να είναι παραγωγική.
Σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο, άλλος δρόμος πέραν της συσπείρωσης και της ενιαίας και ψύχραιμης δράσης, όχι μόνο δεν υπάρχει, αλλά θα αποδειχθεί και καταστροφικός.
Η Κ.Σ.Ε. ως ανώτατος εκφραστής των κυνηγετικών οργανώσεων έχει, ήδη, επικοινωνήσει με τον Πρωθυπουργό και τους άλλους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων, κάνοντας σαφές προς όλες τις κατευθύνσεις ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις υποχρεούνται να τοποθετηθούν χωρίς υπεκφυγές απέναντι στο πρόβλημα που έχει προκύψει.
Οτιδήποτε άλλο από την πλευρά τους, θα ήταν υποδεέστερο και μειωτικό για το κοινωνικό μέγεθος που αντιπροσωπεύουν οι 180.000 κυνηγοί της χώρας.
Τώρα πια είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ ότι, το πρόβλημα με την αντιμετώπιση των κυνηγών είναι εξόχως “πολιτικό” και όχι ….υγειονομικό ή νομικό, όπως βολικά θα ήθελαν κάποιοι να παρουσιάσουν.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι μέγιστο λάθος να μετατοπίζεται η εξεύρεση λύσης, αποκλειστικά σε μια ενδεχόμενη προσφυγή των Κυνηγετικών Οργανώσεων στο ΣτΕ.
Η Δ’ ΚΟΣΕ έχει κάνει έως τώρα πολλές τέτοιες προσφυγές, για να μπορεί να έχει άποψη και εμπειρία ως προς την έκβαση μιας τέτοιας δικαστικής μάχης….
Υπό τις παρούσες συνθήκες, το κυνήγι λίγα θα μπορούσε να περιμένει από μια τέτοια προσφυγή, και αυτό διότι:
- Στο επίπεδο προσωρινών μέτρων και αναστολής εκτελέσεως της απαγόρευσης που μπορεί να συζητηθεί εντός δύο μηνών, το νομικό μας τμήμα διαβεβαιώνει ότι οι πιθανότητες επιτυχίας θα ήταν ελάχιστες έως μηδενικές.
Το ίδιο ακριβώς, άλλωστε, έγινε και με τα προσωρινά μέτρα που κατέθεσαν αυτή την περίοδο άλλοι φορείς, όπως η Εκκλησία, το ΚΚΕ κ.α.
Χάνοντας, όμως, τα προσωρινά μέτρα, θα είχαμε υποστεί ένα ανεπανόρθωτο πλήγμα εις βάρος του διεκδικητικού μας πλαισίου.
- Σε ό,τι αφορά την Αίτηση Ακυρώσεως, αυτή εκδικάζεται από το ΣτΕ μετά από… 1 χρόνο στην καλύτερη των περιπτώσεων. Όμως μετά από αυτό το χρονικό διάστημα, το όποιο αντικείμενο της δίκης παύει να υπάρχει ως πρακτικό αποτέλεσμα, και ελάχιστα θα είχε να προσφέρει στις σημερινές ανάγκες μας.
Παρόλα αυτά οι Κυνηγετικές Οργανώσεις έχουν μάθει στις δύσκολες περιστάσεις να κάνουν χρήση όλων των θεμιτών μέσων για την επίτευξη του σκοπού, που δεν είναι άλλος από την κατοχύρωση της κυνηγετικής δραστηριότητας. Για όλους τους παραπάνω λόγους δεν αποκλείουν τη δυνατότητα προσφυγής στο ΣΤΕ κατά τον χρόνο που θα κριθεί ευνοϊκός για τα δίκαια συμφέροντα μας.
Εκ του γραφείου τύπου